Sigmund & friends (Agent O)

Ι

Της μιλούσε για το όνειρο που είχε δει το προηγούμενο βράδυ:

“Είχε πιάσει -λέει- φιλίες με τους δικαστές του. Αυτό από μόνο του αρκούσε. Είχε μάθει ακόμα πως η δίκη του θα ξαναέπαιρνε αναβολή.”

Όλο το προηγούμενο διάστημα τον απασχολούσε πολύ το δικαστήριό του. Σκεφτόταν συνέχεια την τοποθέτησή του και το αν θα έπρεπε να ακολουθήσει τη συμβουλή του Ο. Μετά από μπόλικη σκέψη είχε βρει λίγο πολύ τον πιο αξιοπρεπή τρόπο να “σταθεί”. Το μόνο που του έμενε ήταν να τον συντάξει και να τον συζητήσει με τη δικηγόρο του.

Βέβαια τώρα τα είχε αφήσει στην άκρη όλα αυτά. Ήταν διακοπές με τη Β. στο νησί και δεν ήθελε να τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο…

ΙΙ

  Εκείνη τη στιγμή οι δυο τους έμπαιναν σε ένα ζεστό παραθαλάσσιο κουτουκάκι. Το τζάκι που τρεμόσβηνε σε συνδυασμό με το γεγονός πως ήταν οι μόνοι πελάτες του μαγαζιού έδινε μια μελαγχολικά όμορφη νότα στην ατμόσφαιρα. Τα κύματα που έσκαγαν στους κυματοθραύστες. Τα λιγοστά φώτα στο δρόμο. Το κρύο. Όλα μαζί συμπλήρωναν αυτήν ακριβώς την αίσθηση…

Ο Φρόυντ έκανε “φασαρία” με τον ιδιαίτερο τρόπο του. Επέμενε να τους βγάλουν ένα τραπέζι να κάτσουν έξω.

“Θα κάτσουμε έξω! Θα φάμε φασολάδα και θα πιούμε ούζο!”

Η Β. τον κοιτούσε αποσβολωμένη. Δεν ήταν από ντροπή ή αμηχανία. Απλά κατά κάποιο τρόπο ενθουσιαζόταν από την παράλογη παράφορη “τρέλα” του. Το θαύμαζε αυτό πάνω του. Σχεδόν το είχε ερωτευτεί.

Δεν πήρε μέρος στο διάλογο. Προτίμησε να το ζήσει ως θεατής. Του άφησε όλη τη σκηνή – έκανε πίσω για να απολαύσει κάθε του έκφραση, κάθε του ατάκα, κάθε του βλέμμα. Τον λάτρευε!

————————————————-

Στη Βίκυ για την ευχάριστη διέξοδο αυτό το αναίτια πεσμένο βράδυ…

Leave a Reply

Your email address will not be published.